Ο Περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμος (Ν.13(I)/2004)

O Περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμος, εναρμονίζει την Κυπριακή νομοθεσία με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2000/60/ΕΚ “Οδηγία Πλαίσιο τα Ύδατα”. Ο νόμος αποτελείτε από 5 μέρη:

Ο Περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμος

ΜΕΡΟΣ Ι – ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1: Συνοπτικός τίτλος

Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμος του 2003.

Άρθρο 2: Ερμηνεία

(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια –

  • «αβεβαιότητα μέτρησης» σημαίνει την παράμετρο που δεν λαμβάνει αρνητικές τιμές και χαρακτηρίζει τη διασπορά των ποσοτικών τιμών που αποδίδονται σε μετρούμενο μέγεθος, με βάση τα χρησιμοποιούμενα στοιχεία·
  • «απευθείας απόρριψη στα υπόγεια ύδατα» σημαίνει την απόρριψη ρύπων στα υπόγεια ύδατα χωρίς να διαπεράσουν το έδαφος ή το υπέδαφος·
  • «αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
  • «διαθέσιμοι πόροι υπόγειων υδάτων» σημαίνει τον μακροπρόθεσμο μέσο ετήσιο ρυθμό γενικής ανατροφοδότησης ενός συστήματος υπόγειων υδάτων μείον τον μακροπρόθεσμο μέσο ετήσιο ρυθμό φυσικής εκροής στην οποία περιλαμβάνονται οι ποσότητες που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων οικολογικής ποιότητας για τα συναφή επιφανειακά ύδατα οι οποίοι ορίζονται στο άρθρο 9, για την αποφυγή οιασδήποτε σημαντικής μείωσης της οικολογικής κατάστασης των υδάτων αυτών και για την αποφυγή οιασδήποτε σημαντικής ζημίας των συναφών χερσαίων οικοσυστημάτων·
  • «έλεγχοι εκπομπών» σημαίνει ελέγχους οι οποίοι απαιτούν περιορισμό μιας συγκεκριμένης εκπομπής, όπως είναι η οριακή τιμή εκπομπής, ή οι οποίοι ορίζουν, κατ΄ άλλο τρόπο, όρια ή συνθήκες για τις επιπτώσεις, τη φύση ή άλλα χαρακτηριστικά μιας εκπομπής ή τις συνθήκες λειτουργίας που επηρεάζουν τις εκπομπές και η χρήση του όρου «έλεγχος εκπομπών» στον παρόντα Νόμο, σε σχέση με τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου Νόμου, δεν θεωρείται ως νέα ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων·
  • «επικίνδυνες ουσίες» σημαίνει τις ουσίες ή ομάδες ουσιών που είναι τοξικές, σταθερές και επιρρεπείς σε βιοσυσσώρευση, καθώς και άλλες ουσίες ή ομάδες ουσιών που δημιουργούν ανάλογο βαθμό ανησυχίας·
  • «Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·
  • «επιφανειακά ύδατα» σημαίνει –
    (α) τα εσωτερικά ύδατα, εκτός των υπόγειων υδάτων· και
    (β) τα μεταβατικά και τα παράκτια ύδατα, εκτός εάν πρόκειται για τη χημική τους κατάσταση, οπότε περιλαμβάνουν και τα ύδατα εντός της αιγιαλίτιδας ζώνης της Δημοκρατίας όπως αυτή καθορίζεται με βάση τον περί Αιγιαλίτιδος Ζώνης Νόμο του 1964·
  • «έργο υδροληψίας» σημαίνει ανόρυξη ή κατασκευή φρέατος ή άλλου έργου, με το οποίο καθίσταται δυνατή η λήψη νερού από οποιαδήποτε πηγή νερού και περιλαμβάνει τη διεύρυνση, εκβάθυνση ή με άλλο τρόπο επέκταση ή τροποποίηση οποιασδήποτε φυσικής πηγής·
  • «εσωτερικά ύδατα» σημαίνει το σύνολο των στάσιμων ή των ρεόντων επιφανειακών υδάτων και όλα τα υπόγεια ύδατα που βρίσκονται προς την πλευρά της ξηράς σε σχέση με τη γραμμή βάσης από την οποία μετράται το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης·
  • «ιδιαιτέρως τροποποιημένο υδατικό σύστημα» σημαίνει σύστημα επιφανειακών υδάτων του οποίου ο χαρακτήρας έχει μεταβληθεί ουσιαστικά λόγω φυσικών αλλοιώσεων από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και το οποίο καθορίζεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 και του Παραρτήματος ΙΙ·
  • «καλή κατάσταση επιφανειακών υδάτων» σημαίνει την κατάσταση επιφανειακού υδατικού συστήματος που χαρακτηρίζεται τουλάχιστον «καλή», τόσο από οικολογική όσο και από χημική άποψη·
  • «καλή κατάσταση υπόγειων υδάτων» σημαίνει την κατάσταση υπόγειου υδατικού συστήματος που χαρακτηρίζεται τουλάχιστον «καλή», τόσο από ποσοτική όσο και από χημική άποψη·
  • «καλή οικολογική κατάσταση» σημαίνει την κατάσταση ενός συστήματος επιφανειακών υδάτων το οποίο ταξινομείται έτσι σύμφωνα με το Παράρτημα V·
  • «καλή ποσοτική κατάσταση» σημαίνει την κατάσταση που ορίζεται στον πίνακα 2.1.2 του Παραρτήματος V·
  • «καλή χημική κατάσταση επιφανειακών υδάτων» σημαίνει τη χημική κατάσταση που απαιτείται για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων για τα επιφανειακά ύδατα, οι οποίοι καθορίζονται στο άρθρο 9, δηλαδή η χημική κατάσταση που έχει επιτύχει ένα σύστημα επιφανειακών υδάτων, στο οποίο οι συγκεντρώσεις ρύπων δεν υπερβαίνουν τα πρότυπα περιβαλλοντικής ποιότητας τα οποία ορίζονται στο Παράρτημα ΙΧ, καθώς και δυνάμει άλλων συναφών κοινοτικών νομοθετημάτων που θεσπίζουν ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα σε κοινοτικό επίπεδο ή ορίζονται με βάση οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου και αφορούν τις συγκεντρώσεις των ουσιών προτεραιότητας στα επιφανειακά ύδατα, τα ιζήματα και το βιόκοσμο·
  • «καλή χημική κατάσταση υπόγειων υδάτων» σημαίνει τη χημική κατάσταση συστήματος υπόγειων υδάτων, η οποία πληροί όλους τους όρους του πίνακα 2.3.2 του Παραρτήματος V·
  • «καλό οικολογικό δυναμικό» σημαίνει την κατάσταση ενός ιδιαίτερα τροποποιημένου ή τεχνητού υδατικού συστήματος, το οποίο ταξινομείται έτσι σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Παραρτήματος V·
  • «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 652/2014·
  • «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012» σημαίνει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 334/2014·
  • «κατάσταση επιφανειακών υδάτων» σημαίνει τη συνολική έκφραση της κατάστασης ενός επιφανειακού υδατικού συστήματος, που καθορίζεται από τις χαμηλότερες τιμές της οικολογικής και της χημικής του κατάστασης·
  • «κατάσταση υπόγειων υδάτων» σημαίνει τη συνολική έκφραση της κατάστασης υπογείου υδατικού συστήματος, που καθορίζεται από τις χαμηλότερες τιμές της ποσοτικής και της χημικής του κατάστασης·
  • «Κοινότητα» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα·
  • «λεκάνη απορροής ποταμού» σημαίνει την εδαφική έκταση από την οποία συγκεντρώνεται το σύνολο της απορροής μέσω διαδοχικών ρευμάτων, ποταμών και πιθανώς λιμνών και παροχετεύεται στη θάλασσα με ενιαίο στόμιο ποταμού, εκβολές ή δέλτα·
  • «λίμνη» σημαίνει σύστημα στάσιμων εσωτερικών επιφανειακών υδάτων·
  • «μεταβατικά ύδατα» σημαίνει συστήματα επιφανειακών υδάτων πλησίον του στομίου ποταμών τα οποία είναι εν μέρει αλμυρά λόγω της γειτνίασής τους με παράκτια ύδατα αλλά τα οποία επηρεάζονται ουσιαστικά από ρεύματα γλυκού νερού·
  • «νερό που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο «νερό ανθρώπινης κατανάλωσης» ο περί της Ποιότητας του Νερού Ανθρώπινης Κατανάλωσης (Παρακολούθηση και Έλεγχος) Νόμος του 2001·
  • «Οδηγία» σημαίνει την Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων·
  • «Οδηγία 2008/105/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2008/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος στον τομέα της πολιτικής των υδάτων καθώς και σχετικά με την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 82/176/ΕΟΚ, 83/513/ΕΟΚ, 84/156/ΕΟΚ, 84/491/ΕΟΚ και 86/280/ΕΟΚ και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2013/99/ΕΕ.
  • «οικολογική κατάσταση» σημαίνει την ποιοτική έκφραση της διάρθρωσης και της λειτουργίας υδάτινων οικοσυστημάτων που συνδέονται με επιφανειακά ύδατα, η οποία ταξινομείται σύμφωνα με το παράρτημα V·
  • «οριακές τιμές εκπομπής» σημαίνει τη μάζα, εκφρασμένη σε σχέση με ορισμένες ειδικές παραμέτρους, τη συγκέντρωση ή τη στάθμη μιας εκπομπής, της οποίας δεν επιτρέπεται η υπέρβαση κατά τη διάρκεια μιας ή περισσοτέρων συγκεκριμένων χρονικών περιόδων·
  • «όριο ανίχνευσης» σημαίνει το σήμα εξόδου οργάνου ή την τιμή συγκέντρωσης, πάνω από το οποίο ή την οποία είναι δυνατό να βεβαιωθεί, με τη δηλούμενη στάθμη εμπιστοσύνης, ότι ένα δείγμα διαφέρει από το τυφλό δείγμα που δεν περιέχει κανένα ενδιαφέρον προσδιοριζόμενο στοιχείο·
  • «όριο ποσοτικού προσδιορισμού» σημαίνει το δηλούμενο πολλαπλάσιο του ορίου ανίχνευσης σε συγκέντρωση του προσδιοριζόμενου στοιχείου, που μπορεί εύλογα να προσδιοριστεί με αποδεκτή ορθότητα και ακρίβεια· το όριο ποσοτικού προσδιορισμού είναι δυνατό να υπολογιστεί με τη βοήθεια κατάλληλου προτύπου ή δείγματος και, ενδεχομένως, να συναχθεί από το χαμηλότερο σημείο της καμπύλης βαθμονόμησης, εξαιρουμένου του τυφλού δείγματος·
  • «ουσίες προτεραιότητας» σημαίνει ουσίες που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 26 και απαριθμούνται στο Παράρτημα Χ· μεταξύ των ουσιών αυτών υπάρχουν «επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας», δηλαδή ουσίες καθοριζόμενες σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφοι 3 και 6 της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ·
  • «παράκτια ύδατα» σημαίνει τα επιφανειακά ύδατα που βρίσκονται στην πλευρά της ξηράς μιας γραμμής, κάθε σημείο της οποίας βρίσκεται σε απόσταση ενός ναυτικού μιλίου προς τη θάλασσα από το πλησιέστερο σημείο της γραμμής βάσης από την οποία μετράται το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης και τα οποία, κατά περίπτωση, εκτείνονται μέχρι του απώτερου ορίου των μεταβατικών υδάτων·
  • «περιβαλλοντικοί στόχοι» σημαίνει τους στόχους που καθορίζονται στα άρθρα 9 μέχρι 17·
  • «περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού» σημαίνει τη θαλάσσια και χερσαία έκταση, που αποτελείται από μια ή περισσότερες γειτονικές λεκάνες απορροής ποταμού μαζί με τα συναφή υπόγεια και παράκτια ύδατα, και η οποία προσδιορίζεται δυνάμει του άρθρου 5(1) ως η βασική μονάδα διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμού·
  • «πηγή νερού» σημαίνει οποιαδήποτε επιφανειακά και υπόγεια  νερά, περιλαμβανομένου του νερού από φυσικές πηγές·
  • «ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο» σημαίνει τη συγκέντρωση, στο νερό, στο ίζημα ή στο βιόκοσμο, συγκεκριμένου ρύπου ή ομάδας ρύπων της οποίας δεν πρέπει να σημειώνεται υπέρβαση, ώστε να προστατεύεται η υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον·
  • «ποσοτική κατάσταση» σημαίνει την έκφραση του βαθμού στον οποίο ένα σύστημα υπόγειων υδάτων επηρεάζεται από άμεσες και έμμεσες αντλήσεις·
  • «ποταμός» σημαίνει σύστημα εσωτερικών υδάτων το οποίο ρέει, κατά το πλείστον, στην επιφάνεια του εδάφους αλλά το οποίο μπορεί, για ένα μέρος της διαδρομής του, να ρέει και υπογείως·
  • «ρύπανση» σημαίνει τη συνεπεία ανθρώπινων δραστηριοτήτων, άμεση ή έμμεση εισαγωγή, στον αέρα, το νερό ή το έδαφος, ουσιών ή θερμότητας που μπορούν να είναι επιζήμια για την υγεία του ανθρώπου ή για την ποιότητα των υδατικών οικοσυστημάτων ή των χερσαίων οικοσυστημάτων που εξαρτώνται άμεσα από υδατικά οικοσυστήματα, συντελούν στη φθορά υλικής ιδιοκτησίας, ή επηρεάζουν δυσμενώς ή παρεμβαίνουν σε λειτουργίες αναψυχής ή σε λοιπές νόμιμες χρήσεις του περιβάλλοντος·
  • «ρύπος» σημαίνει κάθε ουσία που εμπεριέχει τον κίνδυνο να προκαλέσει ρύπανση, ιδίως αυτές που απαριθμούνται στο Παράρτημα VIII·
  • «συνδυασμένη προσέγγιση» σημαίνει τον έλεγχο των απορρίψεων και των εκπομπών στα επιφανειακά ύδατα σύμφωνα με την προσέγγιση που εκτίθεται στο άρθρο 25·
  • «σύστημα επιφανειακών υδάτων» σημαίνει διακεκριμένο και σημαντικό στοιχείο επιφανειακών υδάτων και ο όρος περιλαμβάνει λίμνη, ταμιευτήρα, ρεύμα, ποταμό ή διώρυγα, τμήμα ρεύματος, ποταμού ή διώρυγας, μεταβατικά ύδατα ή τμήμα παράκτιων υδάτων·
  • «σύστημα υπόγειων υδάτων» σημαίνει συγκεκριμένο όγκο υπόγειων υδάτων εντός ενός ή περισσότερων υδροφόρων οριζόντων ?????? υδροφορέων·
  • «ταξινομική ομάδα ζώντων οργανισμών» σημαίνει μια συγκεκριμένη υδρόβια ταξινομική ομάδα εντός της ταξινομικής βαθμίδας “υποσυνομοταξία”, “ομοταξία” ή ισοδύναμής τους·
  • «τεχνητό υδατικό σύστημα» σημαίνει σύστημα επιφανειακών υδάτων που δημιουργείται με δραστηριότητα του ανθρώπου·
  • «υδροφόρος ορίζοντας» ?????? υδροφορέας σημαίνει υπόγειο στρώμα ή στρώματα πετρωμάτων ή άλλων γεωλογικών στρωμάτων επαρκώς πορώδη και διαπερατά ώστε να επιτρέπουν είτε σημαντική ροή υπόγειων υδάτων είτε την άντληση σημαντικών ποσοτήτων υπόγειων υδάτων·
  • «υλικός φορέας» σημαίνει ένα στοιχείο του υδάτινου περιβάλλοντος, κατά περίπτωση ύδατα, ιζήματα ή ζώντες οργανισμοί·
  • «υπηρεσίες ύδατος» σημαίνει όλες τις υπηρεσίες οι οποίες παρέχουν για τα νοικοκυριά, τους δημόσιους οργανισμούς ή για οποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα –
    (α) άντληση, κατακράτηση, αποθήκευση, επεξεργασία και διανομή επιφανειακών ή υπόγειων υδάτων·
    (β) εγκαταστάσεις συλλογής και επεξεργασίας λυμάτων, οι οποίες στη συνέχεια πραγματοποιούν απορρίψεις σε επιφανειακά ύδατα·
  • «υπόγεια ύδατα» σημαίνει το σύνολο των υδάτων που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους στη ζώνη κορεσμού και σε άμεση επαφή με το έδαφος ή το υπέδαφος·
  • «υπολεκάνη» σημαίνει την εδαφική έκταση από την οποία συγκεντρώνεται το σύνολο της απορροής μέσω σειράς ρευμάτων, ποταμών και πιθανώς λιμνών σε συγκεκριμένο σημείο υδάτινου ρεύματος (συνήθως λίμνης ή συμβολής ποταμών)·
  • «φυσική πηγή» σημαίνει τη φυσική ανάδυση του υπόγειου νερού προς την επιφάνεια του εδάφους και τη λήψη του νερού αυτού για σκοπούς ανθρώπινης κατανάλωσης και περιλαμβάνει τη διεύρυνση, εκβάθυνση ή με άλλο τρόπο επέκταση ή τροποποίησή της˙
  • «χρήση ύδατος», για τους σκοπούς του άρθρου 3 και της οικονομικής ανάλυσης που διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 6 και την παράγραφο (β) του Παραρτήματος ΙΙΙ, σημαίνει τις υπηρεσίες ύδατος μαζί με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 και το Παράρτημα ΙΙ και η οποία έχει σημαντικές επιπτώσεις στην κατάσταση των υδάτων.

(2) Οποιεσδήποτε οριακές τιμές εκπομπής που ορίζονται με βάση τον παρόντα Νόμο, μπορούν να ορίζονται και για συγκεκριμένες ομάδες, οικογένειες ή κατηγορίες ουσιών, ιδιαίτερα για αυτές που προσδιορίζονται με βάση το άρθρο 26.

(3) Οι οριακές τιμές εκπομπής ουσιών ισχύουν κανονικά στο σημείο όπου οι εκπομπές βγαίνουν από την εγκατάσταση, χωρίς να υπολογίζεται, για τον προσδιορισμό τους, η τυχόν αραίωσή τους. Όσον αφορά τις έμμεσες απορρίψεις στο νερό, οι επιπτώσεις ενός σταθμού επεξεργασίας λυμάτων μπορούν να συνυπολογίζονται κατά τον προσδιορισμό των οριακών τιμών εκπομπής της συγκεκριμένης εγκατάστασης, υπό την προϋπόθεση ότι κατοχυρώνεται ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του όλου περιβάλλοντος και ότι αυτό δεν οδηγεί σε ψηλότερα επίπεδα ρύπανσης στο περιβάλλον.

Άρθρο 3: Σκοπός του Νόμου

Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η προστασία των εσωτερικών επιφανειακών υδάτων, των μεταβατικών υδάτων, των παράκτιων υδάτων και των υπόγειων υδάτων, με τη θέσπιση κατάλληλων διατάξεων οι οποίες –
(α) να αποτρέπουν την περαιτέρω επιδείνωση των υδάτινων οικοσυστημάτων και να προστατεύουν και βελτιώνουν την κατάστασή τους καθώς και των αμέσως εξαρτώμενων από αυτά χερσαίων οικοσυστημάτων και υγροτόπων σε ότι αφορά τις ανάγκες τους σε νερό·
(β) να προωθούν τη βιώσιμη χρήση του νερού βάσει μακροπρόθεσμης προστασίας των διαθέσιμων υδάτινων πόρων·
(γ) να ενισχύουν την προστασία και βελτίωση του υδάτινου περιβάλλοντος με την εφαρμογή διαφόρων μέτρων, περιλαμβανομένων ειδικών μέτρων για προοδευτική μείωση των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών ουσιών προτεραιότητας και την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών των επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας·
(δ) να διασφαλίζουν την προοδευτική μείωση της ρύπανσης των υπόγειων υδάτων και να αποτρέπουν την περαιτέρω μόλυνση τους·
(ε) να μετριάζουν τις επιπτώσεις από πλημμύρες και ξηρασίες, και να συμβάλλουν με αυτό τον τρόπο –
– (i) στην εξασφάλιση επαρκούς παροχής επιφανειακού και υπόγειου νερού καλής ποιότητας όπως απαιτείται για τη βιώσιμη, ισόρροπη και δίκαιη χρήση νερού,
– (ii) σε σημαντική μείωση της ρύπανσης των υπόγειων υδάτων,
– (iii) στην προστασία των χωρικών και θαλάσσιων υδάτων, και
– (iv) στην επίτευξη των στόχων των σχετικών διεθνών συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αποσκοπούν στην πρόληψη και εξάλειψη της ρύπανσης του θαλάσσιου περιβάλλοντος, μέσω των ειδικών μέτρων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που θεσπίζονται με βάση την παράγραφο 3 του άρθρου 16 της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τα οποία θα συμβάλουν στον τερματισμό ή τη σταδιακή εξάλειψη των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας, με απώτατο στόχο να επιτευχθούν συγκεντρώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον οι οποίες, για μεν τις φυσικώς απαντώμενες ουσίες να πλησιάζουν το φυσικό βασικό επίπεδο για δε τις τεχνητές συνθετικές ουσίες, να είναι σχεδόν μηδενικές.

Άρθρο 4: Ευθύνες της αρμόδιας αρχής

(1) Η αρμόδια αρχή ευθύνεται για την πιστή και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και αποτελεί την αρμόδια αρχή τόσο για τους σκοπούς της παραγράφου 2 όσο και για τους σκοπούς της παραγράφου 6 του άρθρου 3 της Οδηγίας.

(2) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις των εδαφίων (3), (4) και (5) του άρθρου 22, η αρμόδια αρχή προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες ώστε να ενθαρρύνονται όλοι οι ενδιαφερόμενοι και το κοινό να συμμετέχουν ενεργά στην εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(3) Οι απαιτήσεις του παρόντος Νόμου για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων που αναφέρονται στα άρθρα 9, 10 και 11 και ειδικώτερα το πρόγραμμα μέτρων, συντονίζονται από την αρμόδια αρχή για την όλη περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού.

(4) Το αργότερο σε έξη μήνες από την έναρξη της εφαρμογής του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή οφείλει να αποστείλει προς την Επιτροπή έκθεση στην οποία να αναφέρονται τα στοιχεία που παρατίθενται στο Παράρτημα Ι. Εάν επέλθει οποιαδήποτε αλλαγή των στοιχείων αυτών μετά την αποστολή τους, τότε η αρμόδια αρχή πληροφορεί κατάλληλα την Επιτροπή, το αργότερο σε τρεις μήνες από την εν λόγω αλλαγή.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ – ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

Άρθρο 5: Λεκάνες απορροής ποταμού

(1) Για τους σκοπούς της Οδηγίας και του παρόντος Νόμου, ολόκληρο το έδαφος της Δημοκρατίας καθορίζεται ως μια περιοχή λεκάνης απορροής ποταμού στην οποία υπάγονται όλες οι επί μέρους λεκάνες απορροής ποταμού και τα υδατικά συστήματα που αναφέρονται στο εδάφιο (2).

(2) Το αργότερο σε έξη μήνες από την έναρξη της εφαρμογής του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή προσδιορίζει όλες τις λεκάνες απορροής ποταμού που παρουσιάζει το έδαφος της Δημοκρατίας και εντάσσει σ΄ αυτές όλα τα υπόγεια και παράκτια ύδατα.

Άρθρο 6: Ανάλυση χαρακτηριστικών των υδατικών συστημάτων

(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να αρχίσει και το αργότερο σε ένα χρόνο από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, να περατωθεί –
(α) σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ, –
– (i) ανάλυση των χαρακτηριστικών όλων των συστημάτων επιφανειακών και όλων των συστημάτων υπόγειων υδάτων στη Δημοκρατία· και
– (ii) επισκόπηση των επιπτώσεων των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων στην κατάσταση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων· και
(β) σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, οικονομική ανάλυση της χρήσης ύδατος στη Δημοκρατία.

(2) Οι αναλύσεις και επισκοπήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), επανεξετάζονται και εφόσον κριθεί αναγκαίο, ενημερώνονται το αργότερο δέκα χρόνια μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και στη συνέχεια ανά εξαετία

Άρθρο 7: Καθορισμός υδατικού συστήματος ως τεχνητού ή ιδιαιτέρως τροποποιημένου

(1) Αφού προσδιορίσει όλα τα συστήματα επιφανειακών υδάτων, η αρμόδια αρχή καθορίζει, με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (3), ποιά από αυτά θα πρέπει να χαρακτηριστούν, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ως τεχνητά ή ιδιαιτέρως τροποποιημένα.

(2) Η ανάγκη όπως ένα σύστημα επιφανειακών υδάτων χαρακτηριστεί ως τεχνητό ή ιδιαιτέρως τροποποιημένο καθώς και η αιτιολογία για τον εν λόγω χαρακτηρισμό του, αναφέρονται στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που καταρτίζεται με βάση το άρθρο 22.

(3) Ένα σύστημα επιφανειακών υδάτων μπορεί να καθοριστεί ως τεχνητό ή ιδιαιτέρως τροποποιημένο όταν –
(α) οι αλλαγές στα υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά του συστήματος αυτού, που είναι αναγκαίες για την επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης, δυνατό να προκαλέσουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις –
– (i) στο ευρύτερο περιβάλλον·
– (ii) στη ναυσιπλοϊα, συμπεριλαμβανομένων των λιμενικών εγκαταστάσεων·
– (iii) στην αναψυχή του κοινού·
– (iv) στην υδροδότηση, στην παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, στην άρδευση ή σε οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα για τους σκοπούς της οποίας αποθηκεύεται ύδωρ·
– (ν) στη ρύθμιση του ύδατος·
– (νi) στην προστασία από πλημμύρες·
– (νii) στην αποξήρανση εδαφών· ή
– (νiii) για άλλες εξίσου σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες βιώσιμης ανάπτυξης.
(β) οι χρήσιμοι στόχοι που εξυπηρετούνται από τα τεχνητά ή τροποποιημένα χαρακτηριστικά του υδατικού συστήματος δεν μπορούν, λόγω τεχνικής αδυναμίας ή δυσανάλογου κόστους, να επιτευχθούν λογικά με άλλα μέσα τα οποία αποτελούν πολύ καλύτερη περιβαλλοντική επιλογή.

Άρθρο 8: Μητρώο προστατευόμενων περιοχών

(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για τη δημιουργία Μητρώου στο οποίο καταγράφονται όλες οι περιοχές που έχουν καθοριστεί με βάση οποιοδήποτε Νόμο ως περιοχές που χρήζουν ειδικής προστασίας, είτε για την προστασία των επιφανειακών ή υπόγειων υδάτων είτε για τη διατήρηση των οικότοπων και των ειδών που εξαρτώνται άμεσα από το νερό.

(2) Το Μητρώο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες και τα στοιχεία που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙV και θα πρέπει να ολοκληρωθεί το αργότερο σε ένα χρόνο μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.

(3) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε το μητρώο να τηρείται πάντοτε ορθά ενημερωμένο.

Άρθρο 9: Περιβαλλοντικοί στόχοι για επιφανειακά ύδατα

(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 15, 16 και 17, η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να τύχουν εφαρμογής όλα τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη της υποβάθμισης της κατάστασης όλων των συστημάτων επιφανειακών υδάτων.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), η αρμόδια αρχή μεριμνά για την προστασία, αναβάθμιση και αποκατάσταση όλων των συστημάτων επιφανειακών υδάτων, με σκοπό την επίτευξη μιας καλής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων , σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος V, το αργότερο δώδεκα χρόνια από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.

(3) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για την προστασία και αναβάθμιση όλων των τεχνητών και ιδιαιτέρως τροποποιημένων υδατικών συστημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος V, με σκοπό την επίτευξη καλού οικολογικού δυναμικού και καλής χημικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων το αργότερο σε δώδεκα χρόνια από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.

(4) Η αρμόδια αρχή εφαρμόζει τα ειδικά μέτρα που θεσπίζει η Επιτροπή κατά της ρύπανσης των υδάτων από μεμονωμένους ρύπους ή ομάδες ρύπων που αποτελούν σημαντικό κίνδυνο για το υδατικό περιβάλλον ή μέσω αυτού, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων για τα ύδατα που χρησιμοποιούνται για την άντληση πόσιμου ύδατος. Για τους ρύπους αυτούς, τα μέτρα αποσκοπούν στην προοδευτική μείωση και, για τις επικίνδυνες ουσίες προτεραιότητας, στην παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών.

(5) Οι ανωτέρω διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζουν τις διατάξεις οποιασδήποτε διεθνούς σύμβασης στην οποία η Δημοκρατία αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αποσκοπούν στην πρόληψη ή εξάλειψη της ρύπανσης του θαλάσσιου περιβάλλοντος με κοινωνική δράση δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 3 της Οδηγίας για την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών επικίνδυνων ουσιών προτεραιότητας, με απώτατο στόχο να επιτευχθούν συγκεντρώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον οι οποίες, για μεν τις φυσικώς απαντώμενες ουσίες να πλησιάζουν το φυσικό βασικό επίπεδο, για δε τις τεχνητές συνθετικές ουσίες να είναι σχεδόν μηδενικές.

Άρθρο 10: Περιβαλλοντικοί στόχοι για υπόγεια ύδατα

(1) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη και τον περιορισμό της διοχέτευσης ρύπων στα υπόγεια ύδατα και για την πρόληψη της υποβάθμισης της κατάστασης όλων των συστημάτων των υπόγειων υδάτων.

(2) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία, αναβάθμιση και αποκατάσταση όλων των συστημάτων των υπόγειων υδάτων και για τη διασφάλιση ισορροπίας μεταξύ άντλησης και ανατροφοδότησης των υπόγειων υδάτων, με στόχο την επίτευξη καλής κατάστασης των υπόγειων υδάτων το αργότερο δώδεκα χρόνια από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος V.

(3) Η αρμόδια αρχή εφαρμόζει τα αναγκαία μέτρα για την αναστροφή κάθε σημαντικής και έμμονης ανοδικής τάσης συγκέντρωσης οποιουδήποτε ρύπου η οποία οφείλεται σε ανθρώπινη δραστηριότητα προκειμένου να μειωθεί προοδευτικά η ρύπανση των υπόγειων υδάτων. Για το σκοπό αυτό, η αρμόδια αρχή υιοθετεί τα ειδικά μέτρα και κριτήρια που θεσπίζονται από την Κοινότητα με βάση το Άρθρο 17 της Οδηγίας. Σε περίπτωση όμως που αυτά δεν θεσπιστούν εντός δύο ετών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, τότε τα κριτήρια που θα χρησιμοποιούνται για σκοπούς αξιολόγησης της καλής χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων και τα κριτήρια για τον προσδιορισμό σημαντικής και βιώσιμης ανοδικής τάσης και για τον καθορισμό εναρκτήριων σημείων αναστροφής της τάσης καθορίζονται από την αρμόδια αρχή.

(4) Εάν για σημαντικούς λόγους δεν καταστεί δυνατό η αρμόδια αρχή να θεσπίσει τα κριτήρια που αναφέρονται στο εδάφιο (3), τότε για τους σκοπούς του ιδίου εδαφίου, η αναστροφή της τάσης λαμβάνει ως εναρκτήριο σημείο της το 75%, κατ΄ ανώτατο όριο, του επιπέδου των ποιοτικών προδιαγραφών που προβλέπονται στην υφιστάμενη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας η οποία εφαρμόζεται στα υπόγεια ύδατα.

Άρθρο 11: Περιβαλλοντικοί στόχοι για προστατευόμενες περιοχές

 Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να υπάρχει συμμόρφωση με όλα τα πρότυπα και τους στόχους που καθορίζονται με τον παρόντα Νόμο το αργότερο δώδεκα χρόνια μετά την έναρξη της ισχύος του, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε οποιοδήποτε νόμο ή κανονισμό εναρμονισμένο με σχετική νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με βάση τον οποίο έχουν καθοριστεί οι επί μέρους προστατευόμενες περιοχές.

Άρθρο 12: Εφαρμογή αυστηρότερου στόχου

 Εάν διαπιστωθεί ότι για συγκεκριμένο υδατικό σύστημα ισχύουν δύο ή περισσότεροι από τους στόχους που καθορίζονται στα άρθρα 9, 10 και 11, τότε η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε για το σύστημα αυτό να εφαρμόζεται ο αυστηρότερος στόχος.

Άρθρο 13: Παράταση προθεσμιών

Οι προθεσμίες που προβλέπονται στα άρθρα 9, 10 και 11, μπορούν να παραταθούν για σκοπούς σταδιακής επίτευξης των στόχων για υδατικά συστήματα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν θα επιφέρει περαιτέρω υποβάθμιση της κατάστασης του υδατικού συστήματος που επηρεάζεται και νοουμένου ότι ικανοποιούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις, δηλαδή-
(α) η αρμόδια αρχή κατόπιν έρευνας διαπιστώνει ότι δεν μπορούν εύλογα να επιτευχθούν όλες οι απαιτούμενες βελτιώσεις της κατάστασης του υδατικού συστήματος εντός των ανωτέρω προθεσμιών, για ένα τουλάχιστο από τους ακόλουθους λόγους, δηλαδή-
– (ι) ο βαθμός των απαιτούμενων βελτιώσεων, για τεχνικούς λόγους δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί, παρά μόνο κατά χρονικά στάδια που υπερβαίνουν το χρονοδιάγραμμα.
– (ιι) η ολοκλήρωση των βελτιώσεων εντός του χρονοδιαγράμματος, θα ήταν δυσανάλογα δαπανηρή. ή
– (ιιι) οι φυσικές συνθήκες δεν επιτρέπουν την έγκαιρη βελτίωση της κατάστασης του υδατικού συστήματος.
(β) η παράταση της προθεσμίας και η αντίστοιχη αιτιολογία εκτίθενται ειδικά και επεξηγούνται στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που καταρτίζεται με βάση το άρθρο 22.
(γ) οι παρατάσεις περιορίζονται σε δύο κατ΄ ανώτατο όριο περαιτέρω ενημερώσεις του σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού, εκτός των περιπτώσεων όπου επικρατούν τέτοιες φυσικές συνθήκες, ώστε οι στόχοι να μη μπορούν να επιτευχθούν εντός της παραταθείσας περιόδου.
(δ) στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού παρατίθενται-
– (ι) περίληψη των μέτρων που απαιτούνται σύμφωνα με τα άρθρα 19, 20 και 21 και τα οποία θεωρούνται αναγκαία προκειμένου να επαναφέρουν προοδευτικά τα υδατικά συστήματα στην απαιτούμενη κατάσταση εντός της παραταθείσας προθεσμίας.
– (ιι) οι λόγοι για οποιαδήποτε σημαντική καθυστέρηση στην εφαρμογή των εν λόγω μέτρων. και
– (ιιι) το χρονοδιάγραμμα που αναμένεται να χρειαστεί για την εφαρμογή τους:

Άρθρο 14: Λιγότερο αυστηροί στόχοι

Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 9, 10 και 11, η αρμόδια αρχή μπορεί, για ορισμένα υδατικά συστήματα, να επιδιώκει περιβαλλοντικούς στόχους λιγότερο αυστηρούς από αυτούς που επιβάλλουν τα εν λόγω άρθρα, στις περιπτώσεις όπου τα συστήματα αυτά, είτε επηρεάζονται από ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως διαπιστώνεται από την επισκόπηση που διενεργείται με βάση το άρθρο 6(1)(α)(ιι), είτε η φυσική τους κατάσταση είναι τέτοια ώστε η επίτευξη των στόχων αυτών να είναι ανέφικτη η δυσανάλογα δαπανηρή και νοουμένου ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις, δηλαδή –
(α) οι περιβαλλοντικές και κοινωνικοοικονομικές ανάγκες που εξυπηρετούνται από τις ανωτέρω ανθρώπινες δραστηριότητες, δεν μπορούν να επιτευχθούν με άλλα μέσα τα οποία αποτελούν πολύ καλύτερη περιβαλλοντική επιλογή η οποία δεν συνεπάγεται δυσανάλογο κόστος.
(β) λαμβάνεται η κατάλληλη μέριμνα ώστε –
– (ι) για τα επιφανειακά ύδατα, να επιτυγχάνεται το μέγιστο δυνατό οικολογικό δυναμικό και η καλύτερη δυνατή χημική κατάσταση, δεδομένων των επιπτώσεων οι οποίες δεν θα μπορούσαν εύλογα να αποφευχθούν λόγω της φύσεως των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων ή της ρύπανσης.
– (ιι) για τα υπόγεια ύδατα, να επέρχονται όσο το δυνατό λιγότερες μεταβολές στην καλή κατάστασή τους, δεδομένων των επιπτώσεων οι οποίες δεν θα μπορούσαν εύλογα να αποφευχθούν λόγω της φύσεως των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων ή της ρύπανσης.
(γ) δεν σημειώνεται περαιτέρω υποβάθμιση της κατάστασης του επηρεασθέντος υδατικού συστήματος. και
(δ) η καθιέρωση λιγότερο αυστηρών περιβαλλοντικών στόχων μαζί με την αντίστοιχη αιτιολογία, εκτίθενται ειδικά στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που αναφέρεται στο άρθρο 22 και οι στόχοι αυτοί αναθεωρούνται ανά εξαετία.

Άρθρο 15: Προσωρινή υποβάθμιση λόγω απρόβλεπτων καταστάσεων

(1) Τυχόν προσωρινή υποβάθμιση της κατάστασης οποιουδήποτε υδατικού συστήματος που οφείλεται-
(α) Σε περιστάσεις που απορρέουν από φυσικά αίτια ή ανωτέρα βία και είναι εξαιρετικές ή δεν θα μπορούσαν εύλογα να προβλεφθούν, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων ακραίων πλημμυρών ή παρατεταμένης ξηρασίας. ή
(β) σε ατυχήματα που δεν θα μπορούσαν εύλογα να προβλεφθούν,
δεν συνιστά παράβαση των απαιτήσεων του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις και τηρούνται οι όροι των κατωτέρω εδαφίων του παρόντος άρθρου.

(2) Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο(1), η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να ληφθούν όλα τα πρακτικώς εφικτά μέτρα για να προληφθεί η περαιτέρω υποβάθμιση της κατάστασης του υδατικού συστήματος που έχει επηρεαστεί και να μην υπονομευθεί η επίτευξη των στόχων του παρόντος Νόμου αναφορικά με άλλα υδατικά συστήματα που δεν έχουν επηρεαστεί.

(3) Τα μέτρα που αναφέρονται στο εδάφιο(2), πρέπει να περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 19 και να είναι τέτοιας φύσεως και έκτασης ώστε να μην υπονομεύουν την αποκατάσταση της ποιότητας του υδατικού συστήματος μετά το τέλος των περιστάσεων ή των ατυχημάτων ένεκα των οποίων έχουν ληφθεί.

(4) Οι όροι υπό τους οποίους μπορούν να κηρύσσονται από την αρμόδια αρχή οι απρόβλεπτες ή εξαιρετικές περιστάσεις του εδαφίου(1), καθορίζονται στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού, το οποίο περιλαμβάνει για το σκοπό αυτό τους κατάλληλους δείκτες.

(5) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να διενεργείται ετησίως επισκόπηση των επιπτώσεων που οφείλονται σε οποιεσδήποτε περιστάσεις αναφερόμενες στο εδάφιο(1) και, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 13, να λαμβάνονται όλα τα πρακτικώς εφικτά μέτρα για την ευλόγως ταχύτερη δυνατή αποκατάσταση του υδατικού συστήματος στην κατάσταση που βρισκόταν πριν από τις εν λόγω επιπτώσεις.

(6) Οποιεσδήποτε συνέπειες σε οποιοδήποτε υδατικό σύστημα οφειλόμενες σε περιστάσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), καθώς επίσης τα μέτρα που λήφθηκαν ή πρόκειται να ληφθούν για την πρόληψη ή αποκατάστασή τους, καταγράφονται σε περίληψη που περιλαμβάνεται στην αμέσως επόμενη ενημέρωση του σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού.

Άρθρο 16: Επιτρεπόμενες παρεκκλίσεις

Ο παρών Νόμος θεωρείται ότι δεν παραβιάζεται σε οποιαδήποτε περίπτωση κατά την οποία-
(α) Παρουσιάζεται αδυναμία στην επίτευξη καλής κατάστασης των υπόγειων υδάτων, καλής οικολογικής κατάστασης ή, αναλόγως της περιπτώσεως, καλού οικολογικού δυναμικού ή πρόληψης της υποβάθμισης της κατάστασης οποιουδήποτε συστήματος επιφανειακών ή υπογείων υδάτων, που οφείλεται σε νέες τροποποιήσεις των φυσικών χαρακτηριστικών του συστήματος επιφανειακών υδάτων ή σε μεταβολές της στάθμης των συστημάτων υπογείων υδάτων. ή
(β) καθίσταται αδύνατη η πρόληψη της υποβάθμισης από την άριστη στην καλή κατάσταση οποιουδήποτε συστήματος επιφανειακών υδάτων, που είναι αποτέλεσμα νέων ανθρώπινων δραστηριοτήτων βιώσιμης ανάπτυξης, και νοουμένου ότι ικανοποιούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις, δηλαδή-
– (ι) λαμβάνονται όλα τα πρακτικώς δυνατά μέτρα για μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων στην κατάσταση του υδατικού συστήματος.
– (ιι) οι λόγοι για τις εν λόγω τροποποιήσεις ή μεταβολές εκτίθενται ειδικά στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 22 και οι στόχοι αναθεωρούνται κάθε έξη χρόνια.
– (ιιι) οι λόγοι για τις εν λόγω τροποποιήσεις ή μεταβολές υπαγορεύονται από το δημόσιο συμφέρον, που υπερισχύει, και/ή τα οφέλη στο περιβάλλον και στην κοινωνία από την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί με τα άρθρα 9, 10, 11 και 12, υπερκαλύπτονται από τα οφέλη που οι εν λόγω τροποποιήσεις ή μεταβολές θα επιφέρουν στην δημόσια υγεία, στη διατήρηση της δημόσιας ασφάλειας ή στη βιώσιμη ανάπτυξη. και
– (ιv) οι ευεργετικοί στόχοι που εξυπηρετούνται από τις εν λόγω τροποποιήσεις ή μεταβολές του υδατικού συστήματος, δεν μπορούν να επιτευχθούν με άλλα μέσα τα οποία αποτελούν σημαντικά καλύτερη περιβαλλοντική επιλογή, είτε για τεχνικούς λόγους είτε για λόγο υπέρμετρου κόστους.

Άρθρο 17: Διασφάλιση των στόχων του Νόμου

(1) Κατά την εφαρμογή των άρθρων 7, 13, 14, 15 και 16, η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε αφενός να μην αποκλείεται μόνιμα ή να μην υπονομεύεται η επίτευξη των στόχων του παρόντος Νόμου αναφορικά με άλλα υδατικά συστήματα και αφετέρου η εφαρμογή να συμβαδίζει με την εφαρμογή των άλλων περιβαλλοντικών νομοθεσιών και του περιβαλλοντικού κοινοτικού κεκτημένου.

(2) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσει ότι η εφαρμογή των άρθρων 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15 και 16 εγγυάται τουλάχιστο το ίδιο επίπεδο προστασίας των υδατικών συστημάτων που προβλέπει η ισχύουσα περιβαλλοντική νομοθεσία και το σχετικό περιβαλλοντικό κεκτημένο.

Άρθρο 18: Μέτρα σε σπερίπτωση μη επίτευξης των στόχων

(1) Εάν με βάση τα στοιχεία που συγκεντρώνονται κατά την παρακολούθηση που πραγματοποιείται με βάση το άρθρο 24 ή με βάση άλλα στοιχεία, διαπιστώνεται ότι οι στόχοι που καθορίζονται στα άρθρα 9 έως 17 δεν είναι πιθανό να επιτευχθούν αναφορικά με οποιοδήποτε υδατικό σύστημα, τότε η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε-
– (α) Να διερευνώνται τα αίτια της πιθανής αποτυχίας.
– (β) να εξετάζονται οι άδειες και οποιεσδήποτε εξουσιοδοτήσεις που χορηγούνται με βάση τον περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, κανονισμό ή διάταγμα και να αναθεωρούνται εφόσον κρίνεται σκόπιμο.
– (γ) να αναθεωρούνται και αναπροσαρμόζονται, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τα προγράμματα παρακολούθησης που καταρτίζονται με βάση το άρθρο 24, και
-(δ) να θεσπίζονται οποιαδήποτε πρόσθετα μέτρα είναι αναγκαία προκειμένου να επιτευχθούν οι εν λόγω στόχοι, συμπεριλαμβανομένης, όταν κρίνεται σκόπιμο, της θέσπισης αυστηρότερων περιβαλλοντικών προτύπων σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο Παράρτημα V.

(2) Εάν τα αίτια της πιθανής αποτυχίας που αναφέρονται στο εδάφιο(1), οφείλονται σε περιστάσεις που απορρέουν από φυσικά αίτια ή ανωτέρα βία και είναι εξαιρετικές ή δεν μπορούσαν εύλογα να είχαν προβλεφθεί, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων ακραίων πλημμύρων ή παρατεταμένης ξηρασίας, η αρμόδια αρχή μπορεί, χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του άρθρου 15, να αποφασίζει ότι η εφαρμογή των πρόσθετων μέτρων που αναφέρονται στο εδάφιο(1) είναι ανέφικτη.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ – ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

Άρθρο 19: Καταρτισμός προγράμματος μέτρων

(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο αφού λάβει υπόψη τα αποτελέσματα των αναλύσεων και επισκοπήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6(1), μεριμνά για τον καταρτισμό προγράμματος μέτρων τα οποία θα οδηγήσουν στην επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στα άρθρα 9 μέχρι 17.

(2) Το πρόγραμμα μέτρων που καταρτίζεται με βάση το εδάφιο (1), μπορεί να αναφέρεται σε μέτρα που εφαρμόζονται ή πρέπει να εφαρμόζονται με βάση τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή διοικητικής πράξης και αφορούν είτε το σύνολο της περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού είτε μέρος της εν λόγω περιοχής και περιλαμβάνει-
– (α) Τα μέτρα που προσδιορίζονται στο άρθρο 20 τα οποία θα αναφέρονται στη συνέχεια ως «βασικά μέτρα»,
– (β) όπου απαιτείται, τα μέτρα που προσδιορίζονται στο άρθρο 21, τα οποία θα αναφέρονται στη συνέχεια ως «συμπληρωματικά μέτρα», και
– (γ) τα μέτρα που θεσπίζει η Ευρωπαϊκή Κοινότητα με βάση το άρθρο 17 παράγραφος 1 της Οδηγίας.

(3) Το πρόγραμμα μέτρων που αναφέρεται ανωτέρω, καταρτίζεται το αργότερο σε έξι χρόνια από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και όλα τα μέτρα που αναφέρονται σ΄ αυτό, τίθενται σε εφαρμογή το αργότερο εννέα χρόνια μετά την εν λόγω ημερομηνία.

(4) Το πρόγραμμα μέτρων αναθεωρείται και αν είναι αναγκαίο ενημερώνεται το αργότερο σε δώδεκα χρόνια από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και στη συνέχεια ανά εξαετία. Κάθε νέο ή αναθεωρημένο μέτρο που θεσπίζεται με βάση ενημερωμένο πρόγραμμα, πρέπει να είναι έτοιμο προς εφαρμογή το αργότερο σε τρία χρόνια από τη θέσπιση του.

Άρθρο 20: Βασικά μέτρα

(1) Τα βασικά μέτρα που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα μέτρων που καταρτίζεται με βάση το άρθρο 19, αποτελούν στοιχειώδεις απαιτήσεις που πρέπει να ικανοποιούνται και συνίστανται στα ακόλουθα, δηλαδή –
(α) στα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου που αφορά την προστασία των υδάτων, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που απαιτούνται με βάση τις νομοθεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 25 και στο Μέρος Α του Παραρτήματος VI·
(β) Στα μέτρα που κρίνονται κατάλληλα για τους σκοπούς του άρθρου 27·
(γ) σε μέτρα που αποσκοπούν στην προαγωγή αποτελεσματικής και βιώσιμης χρήσης ύδατος για να μη τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στα άρθρα 9 μέχρι 17·
(δ) σε μέτρα που αποσκοπούν στη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του άρθρου 23 συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τη διαφύλαξη της ποιότητας του ύδατος προκειμένου να μειωθεί το επίπεδο της επεξεργασίας καθαρισμού που απαιτείται για την παραγωγή πόσιμου ύδατος·
(ε) σε ελέγχους επί της άντλησης γλυκών επιφανειακών και υπόγειων υδάτων και κατακράτησης γλυκών επιφανειακών υδάτων, στην τήρηση μητρώου ή μητρώων άντλησης και στην επιβολή υποχρέωσης όπως για την άντληση και κατακράτηση εξασφαλίζεται προηγουμένως σχετική άδεια·
οι έλεγχοι αυτοί επανεξετάζονται κατά περιόδους και εφόσον είναι αναγκαίο, εκσυγχρονίζονται:
Νοείται ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να εξαιρεί από τους ανωτέρω ελέγχους τις αντλήσεις ή κατακρατήσεις που δεν επιφέρουν σημαντικές επιπτώσεις στην κατάσταση των υδάτων·

(στ) σε ελέγχους των συστημάτων υπόγειων υδάτων, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής υποχρέωσης όπως εξασφαλίζεται προηγουμένως άδεια για την τεχνητή ανατροφοδότηση των συστημάτων αυτών ή την επαύξηση του περιεχομένου τους· τα χρησιμοποιούμενα για τους σκοπούς αυτούς ύδατα δυνατό να προέρχονται από οποιαδήποτε επιφανειακά ή υπόγεια ύδατα, υπό την προϋπόθεση ότι η χρησιμοποίηση οποιασδήποτε πηγής δεν θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων που τίθενται για την πηγή αυτή ή για το σύστημα υπόγειων υδάτων που έτυχε ανατροφοδότησης ή επαύξησης· οι έλεγχοι αυτοί επανεξετάζονται κατά περιόδους και εφόσον κριθεί αναγκαίο, εκσυγχρονίζονται·
(ζ) για τις σημειακές πηγές απορρίψεων που ενδέχεται να προκαλούν ρύπανση, σε μέτρα κανονιστικής φύσεως που λαμβάνονται με βάση τον περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο ή διοικητική πράξη, με τα οποία επιβάλλονται έλεγχοι επί των απορρίψεων των σχετικών ρύπων, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης εισαγωγής ρύπων στα ύδατα ή της απαίτησης για εξασφάλιση σχετικής άδειας η οποία να συνοδεύεται από δεσμευτικούς όρους ή να βασίζεται σε γενικούς δεσμευτικούς κανόνες· οι έλεγχοι αυτοί επανεξετάζονται κατά περιόδους και εφόσον κρίνεται αναγκαίο, εκσυγχρονίζονται·
(η) για τις διάχυτες πηγές που ενδέχεται να προκαλέσουν ρύπανση, σε μέτρα για την πρόληψη ή τον έλεγχο της διοχέτευσης ρύπων, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης εισαγωγής ρύπων στα ύδατα ή της εξασφάλισης άδειας η οποία να συνοδεύεται από δεσμευτικούς όρους ή να βασίζεται σε γενικούς δεσμευτικούς κανόνες σύμφωνα με τον περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη· οι έλεγχοι αυτοί επανεξετάζονται κατά περιόδους και εφόσον κρίνεται αναγκαίο, εκσυγχρονίζονται·
(θ) για τις περιπτώσεις όπου παρατηρούνται σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση του ύδατος μετά από τις σχετικές αναλύσεις και επισκοπήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 και στο Παράρτημα ΙΙ, σε μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι οι υδρομορφολογικές συνθήκες των υδάτινων συστημάτων, αντιστοιχούν στην επιδίωξη της απαιτούμενης οικολογικής κατάστασης ή του απαιτούμενου καλού οικολογικού δυναμικού για υδατικά συστήματα που χαρακτηρίζονται τεχνητά ή ιδιαιτέρως τροποποιημένα· οι έλεγχοι που απαιτούνται για το σκοπό αυτό, διενεργούνται με βάση τον περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη και συμπεριλαμβάνουν την απαίτηση για εξασφάλιση άδειας η οποία να συνοδεύεται από δεσμευτικούς όρους ή να βασίζεται σε γενικούς δεσμευτικούς κανόνες· οι έλεγχοι αυτοί επανεξετάζονται κατά περιόδους και εφόσον κρίνεται αναγκαίο, εκσυγχρονίζονται·
(ι) σε μέτρα που αποσκοπούν στην εξάλειψη της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων από τις ουσίες προτεραιότητας και στην προοδευτική μείωση της ρύπανσης που προέρχεται από άλλες ουσίες, εφόσον αυτή θα παρεμπόδιζε την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στο άρθρο 9·
(ια) σε μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη σημαντικών διαρροών ρύπων από τεχνικές εγκαταστάσεις και στην πρόληψη ή τη μείωση των επιπτώσεων από περιστατικά ρύπανσης λόγω ατυχημάτων, όπως στις περιπτώσεις πλημμύρων, περιλαμβανομένων και μέτρων εισαγωγής συστημάτων ανίχνευσης τέτοιων περιστατικών ή συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης καθώς και μέτρων για μείωση των κινδύνων στα υδατικά οικοσυστήματα οι οποίοι δεν θα μπορούσαν εύλογα να προβλεφθούν.

(2) Στο πρόγραμμα μέτρων που αναφέρεται στο εδάφιο (1), περιλαμβάνονται και μέτρα που απαγορεύουν τις απορρίψεις ρύπων απευθείας στα υπόγεια ύδατα, εκτός των ακόλουθων περιπτώσεων, δηλαδή-
(α) Την επαναδιοχέτευση στον ίδιο υδροφόρο ορίζοντα ύδατος που χρησιμοποιείται για γεωθερμικούς σκοπούς·
(β) τη διοχέτευση υδάτων που περιέχουν ουσίες οι οποίες προέρχονται αποκλειστικά και μόνο από εργασίες αναζήτησης και εξαγωγής υδρογονανθράκων ή από μεταλλευτικές δραστηριότητες, υπό τον όρο ότι η διοχέτευση αυτή δεν περιέχει ουσίες που δεν προέρχονται από τις δραστηριότητες αυτές.
(γ) τη διοχέτευση υδάτων για τεχνικούς λόγους, σε γεωλογικούς σχηματισμούς από τους οποίους έχουν εξαχθεί υδρογονάνθρακες ή άλλες ουσίες ή σε γεωλογικούς σχηματισμούς οι οποίοι, για φυσικούς λόγους, είναι μονίμως ακατάλληλοι για άλλους σκοπούς, υπό τον όρο ότι η διοχέτευση αυτή δεν περιέχει ουσίες που δεν προέρχονται από τις δραστηριότητες αυτές·
(δ) την επαναδιοχέτευση υπόγειων υδάτων που αντλούνται από ορυχεία και λατομεία ή που συνδέονται με την κατασκευή ή την συντήρηση έργων πολιτικής μηχανικής·
(ε) τη διοχέτευση φυσικού αερίου ή υγραερίου (LPG) προς αποθήκευση σε γεωλογικούς σχηματισμούς οι οποίοι, για φυσικούς λόγους, είναι μονίμως ακατάλληλοι για άλλους σκοπούς·
(στ) τη διοχέτευση φυσικού αερίου ή υγραερίου (LPG) προς αποθήκευση σε άλλους γεωλογικούς σχηματισμούς όταν υπάρχει επιτακτική ανάγκη για την ασφάλεια του εφοδιασμού σε αέριο και όταν η διοχέτευση πραγματοποιείται κατά τρόπο που δεν παρουσιάζει ή δεν θα παρουσιάσει κίνδυνο υποβάθμισης της ποιότητας των υπόγειων υδάτων υποδοχής·
(ζ) την εκτέλεση κατασκευαστικών και οικοδομικών εργασιών και εργασιών πολιτικής μηχανικής και παρόμοιων δραστηριοτήτων επί ή εντός του εδάφους που έρχεται σε επαφή με τα υπόγεια ύδατα, νοουμένου ότι τηρούνται οι διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξης που αφορούν τις εν λόγω εργασίες ή δραστηριότητες·
(η) τις απορρίψεις μικρών ποσοτήτων ουσιών οι οποίες πραγματοποιούνται για επιστημονικούς λόγους για το χαρακτηρισμό, την προστασία ή την αποκατάσταση υδατικών συστημάτων, νοουμένου ότι περιορίζονται αυστηρά στην απαιτούμενη ποσότητα·
(θ) τη διοχέτευση ρευμάτων διοξειδίου του άνθρακα για την αποθήκευση σε γεωλογικούς σχηματισμούς, οι οποίοι, για φυσικούς λόγους είναι μόνιμα ακατάλληλοι για άλλους σκοπούς, υπό τον όρο ότι η διοχέτευση αυτή πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Αποθήκευσης Διοξειδίου του Άνθρακα σε Γεωλογικούς Σχηματισμούς Νόμου ή εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής του εν λόγω νόμου σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου αυτού.

(3) Οι εξαιρέσεις που προσδιορίζονται στο εδάφιο (2), ισχύουν εφόσον οι απορρίψεις δεν θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων που καθορίζονται για το υδατικό σύστημα στο οποίο οι απορρίψεις αυτές πραγματοποιούνται.

(4) Η εφαρμογή των μέτρων που θεσπίζονται με βάση το παρόν άρθρο, θα πρέπει να μην οδηγεί στην αύξηση της ρύπανσης των θαλάσσιων υδάτων και τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου, να μην οδηγεί αμέσως ή εμμέσως στην αύξηση της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων:
Νοείται ότι οι ανωτέρω απαιτήσεις δεν ισχύουν εφόσον η συμμόρφωση με αυτές θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της ρύπανσης του περιβάλλοντος ως συνόλου.

Άρθρο 21: Συμπληρωματικά μέτρα

Τα συμπληρωματικά μέτρα που περιλαμβάνει το πρόγραμμα μέτρων στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 19, αποτελούν μέτρα επιπλέον των βασικών μέτρων τα οποία εφαρμόζονται με σκοπό να επιτευχθούν οι στόχοι των άρθρων 9 έως 17. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται τα αναφερόμενα στο Μέρος Β του Παραρτήματος VI καθώς και άλλα μέτρα που παρέχουν πρόσθετη προστασία ή βελτίωση των υδάτων, μεταξύ των οποίων και αυτά για τα οποία προβλέπουν οι διεθνής συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 3(ε).

Άρθρο 22: Σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού

(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μεριμνά ώστε το αργότερο έξι έτη μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, να καταρτιστεί σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού (στη συνέχεια αναφερόμενο ως «σχέδιο»), το οποίο να καλύπτει ολόκληρο το έδαφος της Δημοκρατίας και να περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που εκτίθενται λεπτομερώς στο Παράρτημα VII καθώς και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες που προβλέπεται να περιλαμβάνονται σ΄ αυτό από οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Το σχέδιο καταρτίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα εδάφια (3) μέχρι (7) και δημοσιεύεται το αργότερο έξι χρόνια μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.

(3) Για σκοπούς εκπόνησης του σχεδίου, η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε προηγουμένως να δημοσιευθούν και να τεθούν στη διάθεση του κοινού, συμπεριλαμβανόμενων των προσώπων που χρησιμοποιούν το νερό, τα ακόλουθα προκειμένου να διατυπωθούν παρατηρήσεις:
(α) Χρονοδιάγραμμα και πρόγραμμα εργασιών, τουλάχιστο τρία χρόνια πριν από την περίοδο στην οποία αναφέρεται το σχέδιο, συμπεριλαμβανομένης και έκθεσης αναφορικά με τα μέτρα που θα ληφθούν για τις σχετικές διαβουλεύσεις·
(β) ενδιάμεση επισκόπηση των σημαντικών ζητημάτων διαχείρισης των υδάτων, τα οποία εντοπίστηκαν στη λεκάνη απορροής ποταμού, δύο τουλάχιστο χρόνια πριν από την έναρξη της περιόδου στην οποία αναφέρεται το σχέδιο·
(γ) αντίγραφα προσχεδίου του σχεδίου, ένα τουλάχιστο χρόνο πριν από την έναρξη της περιόδου στην οποία αναφέρεται το σχέδιο.

(4) Κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί, αφού υποβάλει σχετική αίτηση, να εξασφαλίσει πρόσβαση σε βοηθητικά έγγραφα και πληροφορίες που χρησιμοποιήθηκαν για την εκπόνηση του πιο πάνω προσχεδίου.

(5) Προκειμένου να υπάρξει δυνατότητα διαβουλεύσεων και ενεργού συμμετοχής των ενδιαφερομένων στην εκπόνηση του σχεδίου, παρέχεται προθεσμία τουλάχιστον έξη μηνών για υποβολή γραπτών παρατηρήσεων σχετικά με τα έγγραφα που αναφέρονται στα εδάφια (3) και (4).

(6) Το Υπουργικό Συμβούλιο μεριμνά ώστε το σχέδιο να αναθεωρείται και ενημερώνεται το αργότερο δώδεκα χρόνια μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και, στη συνέχεια, ανά εξαετία. Σε τέτοια περίπτωση, εφαρμόζονται εξίσου τα εδάφια (3), (4) και (5):
Νοείται ότι στις ανωτέρω ενημερώσεις περιλαμβάνονται-
(α) Επισκόπηση της εφαρμογής των μέτρων που αναφέρονται στα άρθρα 19, 20 και 21, και
(β) περίληψη των τυχόν πρόσθετων μέτρων.

(7) Χωρίς να επηρεάζονται οι υπόλοιπες διατάξεις του παρόντος Νόμου, το σχέδιο μπορεί, για σκοπούς χειρισμού ειδικών πτυχών της διαχείρισης των υδάτων, να συμπληρώνεται με την κατάρτιση λεπτομερέστερων προγραμμάτων και διαχειριστικών σχεδίων για κάθε υπολεκάνη, τομέα, θέμα ή τύπο ύδατος.

Άρθρο 22A: Επικαιροποιημένο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού

(1) Η αρμόδια αρχή περιλαμβάνει στο επικαιροποιημένο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού, που καταρτίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 22, τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Πίνακα, στον οποίο εκτίθενται τα όρια ποσοτικού προσδιορισμού των μεθόδων ανάλυσης που εφαρμόζονται, καθώς και στοιχεία σχετικά με τις επιδόσεις των μεθόδων αυτών σε σχέση με τα ελάχιστα κριτήρια επιδόσεων που καθορίζονται στον Κανονισμό 5 των περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων (Τεχνικές Προδιαγραφές για τη Χημική Ανάλυση και Παρακολούθηση της Κατάστασης των Υδάτων) Κανονισμών του 2011·
(β) για τις ουσίες για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 26Α,
– (i) τους σκοπούς και τους λόγους της χρήσης ποιοτικών περιβαλλοντικών προτύπων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (4) του άρθρου 26Α.
– (ii) κατά περίπτωση, τα εναλλακτικά ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα που δύναται να καθοριστούν σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 26Α, τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τα εν λόγω ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα προσφέρουν τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο προστασίας με τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα που καθορίζονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΧΑ, περιλαμβανομένων των δεδομένων και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό των ποιοτικών περιβαλλοντικών προτύπων, και τις κατηγορίες επιφανειακών υδάτων στις οποίες εφαρμόζονται. και
– (iii) τα όρια ποσοτικού προσδιορισμού των μεθόδων ανάλυσης για τους υλικούς φορείς που καθορίζονται στο Μέρος A του Παραρτήματος ΧΑ, περιλαμβανομένων στοιχείων για τις επιδόσεις των μεθόδων αυτών σε σχέση με τα ελάχιστα κριτήρια επιδόσεων που καθορίζονται στον Κανονισμό 5 των περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων (Τεχνικές Προδιαγραφές για τη Χημική Ανάλυση και Παρακολούθηση της Κατάστασης των Υδάτων) Κανονισμών του 2011, για σκοπούς σύγκρισης των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο (α).
(γ) αιτιολόγηση της συχνότητας παρακολούθησης που εφαρμόζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 26Α, εάν η περιοδικότητα της παρακολούθησης υπερβαίνει το ένα έτος.

(2) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσει ότι το επικαιροποιημένο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που καταρτίζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (6) του άρθρου 22, το οποίο περιέχει όλα τα αποτελέσματα και τον αντίκτυπο των μέτρων που λαμβάνονται για την πρόληψη της ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων και η ενδιάμεση έκθεση, στην οποία περιγράφεται η πρόοδος που έχει σημειωθεί ως προς την εφαρμογή του προβλεπόμενου προγράμματος μέτρων δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 28, καθίστανται διαθέσιμα μέσω κεντρικής δικτυακής πύλης, στην οποία το κοινό έχει ηλεκτρονική πρόσβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου.

Άρθρο 22A: Ειδικές διατάξεις για ορισμένες ουσίες στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού

(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του σημείου 1.4.3 του Παραρτήματος V σχετικά με την παρουσίαση της συνολικής χημικής κατάστασης, των στόχων και των υποχρεώσεων που καθορίζονται στο άρθρο 9 και στην παράγραφο (i) του εδαφίου (1) του άρθρου 20 και των προτάσεων ελέγχου που υποβάλλει η Επιτροπή για προοδευτική μείωση των απορρίψεων, εκπομπών και διαρροών των σχετικών ουσιών σύμφωνα με το Άρθρο 16, παράγραφος 6 της Οδηγίας, στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, η αρμόδια αρχή μπορεί να περιλάβει συμπληρωματικούς χάρτες, που παρουσιάζουν στοιχεία σχετικά με τη χημική κατάσταση μιας ή περισσότερων από τις ακόλουθες ουσίες ξεχωριστά από τα στοιχεία που αφορούν τις υπόλοιπες ουσίες που περιλαμβάνονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΧΑ:
(α) Ουσίες με αριθμό 5, 21, 28, 30, 35, 37, 43 και 44, οι οποίες συμπεριφέρονται ως πανταχού παρούσες Ανθεκτικές Βιοσυσσωρεύσιμες Τοξικές·
(β) ουσίες με αριθμό 34 έως 45, οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί με την Οδηγία 2013/39/ΕΕ·
(γ) ουσίες με αριθμό 2, 5, 15, 20, 22, 23 και 28, για τις οποίες ορίζονται αναθεωρημένα, αυστηρότερα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα.

(2) (α) Η αρμόδια αρχή μπορεί επίσης να παρουσιάζει, στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού το εύρος της απόκλισης από την τιμή του ποιοτικού περιβαλλοντικού προτύπου για τις ουσίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1).
(β) Σε περίπτωση που στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού περιλαμβάνονται συμπληρωματικοί χάρτες, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), πρέπει να διασφαλίζεται η συγκρισιμότητα αυτών τόσο σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού όσο και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΜΕΡΟΣ IV – ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ KAI ΕΛΕΓΧΟΣ

Άρθρο 23: Καθορισμός υδατικών συστημάτων που χρησιμοποιούνται για πόσιμο νερό

(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για τον καταρτισμό καταλόγου στον οποίο να καθορίζονται όλα τα υδατικά συστήματα στη Δημοκρατία τα οποία –
(α) Χρησιμοποιούνται για τη λήψη ύδατος για σκοπούς ανθρώπινης κατανάλωσης και παρέχουν κατά μέσο όρο άνω των 10m3 ύδατος ημερησίως ή εξυπηρετούν περισσότερα από πενήντα πρόσωπα· και
(β) προορίζονται να χρησιμοποιηθούν μελλοντικά για τη λήψη ύδατος για σκοπούς ανθρώπινης κατανάλωσης·

(2) ΄Ολα τα υδατικά συστήματα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και τα οποία παρέχουν κατά μέσο όρο άνω των 100m3 ημερησίως, παρακολουθούνται σύμφωνα με το άρθρο 24 και τις απαιτήσεις του Παραρτήματος V.

(3) Για κάθε υδατικό σύστημα που καθορίζεται στον κατάλογο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), εκτός από τη συμμόρφωση με τους στόχους των άρθρων 9 μέχρι 17 για τα επιφανειακά υδατικά συστήματα, περιλαμβανομένων των ποιοτικών προτύπων που καθορίζονται με οποιοδήποτε άλλο Νόμο, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει όπως υπό το εφαρμοζόμενο καθεστώς επεξεργασίας ύδατος και σύμφωνα με τη σχετική περιβαλλοντική νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το νερό που προκύπτει πληροί τις απαιτήσεις του περί της Ποιότητας του Νερού Ανθρώπινης Κατανάλωσης (Παρακολούθηση και ΄Ελεγχος) Νόμου του 2001.

(4)(α) Η αρµόδια αρχή μεριµνά ώστε να διασφαλίζεται η αναγκαία προστασία των υδατικών συστημάτων που καθορίζονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) µε σκοπό να αποφευχθεί η υποβάθμιση της ποιότητάς τους και έτσι να μειωθεί το επίπεδο επεξεργασίας καθαρισμού που απαιτείται για την παραγωγή πόσιμου νερού.
(β) Για την προστασία αυτή η αρµόδια αρχή, μετά από γραπτή πρόταση του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, και αφού λάβει υπόψη, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, τις θέσεις άλλων αρμόδιων αρχών και εμπλεκόμενων φορέων, εκδίδει διατάγματα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, µε τα οποία καθορίζει ζώνες προστασίας για τα συστήματα επιφανειακών και υπόγειων υδάτων καθώς και των έργων υδροληψίας, το νερό των οποίων προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση.
(γ) Με τα πιο πάνω διατάγματα, η αρµόδια αρχή μπορεί, εντός των ζωνών προστασίας, να –
(i) Aπαγορεύει συγκεκριμένες δραστηριότητες ή λειτουργίες,
(ii) καθορίζει απαγορευτικά ή/και επιτακτικά μέτρα, και
(iii) καθορίζει οποιαδήποτε άλλα μέτρα προστασίας κρίνει αναγκαία.

Άρθρο 24: Παρακολούθηση της κατάστασης των υδάτων

(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για την κατάρτιση τέτοιων προγραμμάτων για την παρακολούθηση της κατάστασης των υδάτων, ώστε μέσω των προγραμμάτων αυτών να παρουσιάζεται μια συνεκτική και συνολική εικόνα της κατάστασης των υδάτων σε όλο το έδαφος της Δημοκρατίας.

(2) Τα προγράμματα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) καλύπτουν-
(α) Για τα επιφανειακά ύδατα –
– (ι) τον όγκο και τη στάθμη ή το ρυθμό ροής τους, στην έκταση που αφορά την οικολογική και χημική τους κατάσταση και το οικολογικό τους δυναμικό· και
– (ιι) την οικολογική και χημική τους κατάσταση και το οικολογικό τους δυναμικό·
(β) για τα υπόγεια ύδατα, την παρακολούθηση της χημικής και της ποσοτικής τους κατάστασης.

(3) Για τις προστατευόμενες περιοχές, τα ανωτέρω προγράμματα συμπληρώνονται με τις προδιαγραφές που περιέχονται στην εναρμονιστική με το κοινοτικό κεκτημένο νομοθεσία με βάση την οποία έχουν καθοριστεί οι προστατευόμενες περιοχές της Δημοκρατίας.

(4) Τα ανωτέρω προγράμματα τίθενται σε εφαρμογή το αργότερο σε τρία χρόνια από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά σε οποιοδήποτε άλλο σχετικό με το θέμα αυτό νόμο και η παρακολούθηση της κατάστασης των υδάτων διενεργείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Παραρτήματος V.

Άρθρο 25: Απορρίψεις σε επιφανειακά ύδατα

(1) ΄Ολες οι απορρίψεις στα επιφανειακά ύδατα των ρύπων οι οποίοι αναφέρονται στο Παράρτημα VIII, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες απορρίψεις που δυνατό να πραγματοποιούνται με βάση οποιοδήποτε νομοθέτημα που αναφέρεται στο Παράρτημα IX ή οποιοδήποτε άλλο σχετικό νομοθέτημα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ελέγχονται σύμφωνα με τη συνδυασμένη προσέγγιση που καθορίζεται στις επόμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(2) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στη σχετική νομοθεσία, το αργότερο σε εννέα χρόνια από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου θα καθιερωθούν και θα εφαρμόζονται –
(α) Έλεγχος όλων των απορρίψεων στα επιφανειακά ύδατα σύμφωνα με τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνικές·
(β) σχετικές οριακές τιμές απόρριψης· και
(γ) στις περιπτώσεις των διάχυτων επιπτώσεων, έλεγχοι, περιλαμβανομένων, αναλόγως της περιπτώσεως, των βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών

(3) Η καθιέρωση και εφαρμογή των όσων αναφέρονται στο εδάφιο (2), θα πραγματοποιείται όπως καθορίζουν –
(α) Τα νομοθετήματα που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΧ·
(β) οι Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που εκδίδονται κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 16 της Οδηγίας· και
(γ) οποιοδήποτε άλλο σχετικό νομοθέτημα που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

(4) Εάν οποιοσδήποτε ποιοτικός στόχος ή ποιοτικό πρότυπο που έχει καθοριστεί κατ΄ εφαρμογή του παρόντος Νόμου, ή οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμού, ή νομοθετήματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, απαιτεί αυστηρότερους όρους από εκείνους που θα προέκυπταν από την εφαρμογή των εδαφίων (2) και (3), τότε εφαρμόζονται κατ΄ αναλογία αυστηρότεροι έλεγχοι των απορρίψεων.

Άρθρο 26: Ουσίες προτεραιότητας

(1) Ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες διατάξεις του παρόντος Νόμου και οποιεσδήποτε διατάξεις οποιουδήποτε άλλου Νόμου ή κανονισμού, για τα επιφανειακά ύδατα στα οποία απορρίπτονται οποιεσδήποτε από τις ουσίες προτεραιότητας που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Χ, ισχύουν τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα και οι έλεγχοι των απορρίψεων στις πηγές τους, όπως αυτά καθορίζονται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα με βάση την παράγραφο 8 το άρθρου 16 της Οδηγίας και από τον περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμο του 2002.

(2) Εάν τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα και οι έλεγχοι που καθορίζονται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα με βάση την παράγραφο 8 του άρθρου 16 της Οδηγίας, δεν καθοριστούν από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα εντός τριών χρόνων από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, τότε καθορίζονται από την αρμόδια αρχή με βάση, μεταξύ άλλων, την εξέταση όλων των τεχνικών επιλογών περιορισμού. Ο καθορισμός γίνεται με διάταγμα της αρμόδιας αρχής που δημοσιεύεται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2Α) Η αρμόδια αρχή με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας καθορίζει ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα για τις ουσίες προτεραιότητας που προβλέπονται στο Παράρτημα Χ, εφόσον –
(α) έχουν παρέλθει πέντε (5) έτη από την ημερομηνία προσθήκης της οικείας ουσίας προτεραιότητας στον κατάλογο που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3 του Άρθρου 16 της Οδηγίας· και
(β) δεν υπάρχει συμφωνία σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς το ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο που εφαρμόζεται στην οικεία ουσία προτεραιότητας.
(3) Η αρμόδια αρχή με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας καθορίζει πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος για τις ουσίες προτεραιότητας.

Άρθρο 26Α: Εφαρμοστέα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα σε συστήματα επιφανειακών υδάτων

(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (2), η αρμόδια αρχή εφαρμόζει στα συστήματα επιφανειακών υδάτων τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα που καθορίζονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΧΑ, τα οποία εφαρμόζει σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους Β του Παραρτήματος αυτού.

(2) (α) Χωρίς επηρεασμό των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, όπως αυτός ίσχυε την 13η Ιανουαρίου 2009 και ιδίως της υποχρέωσης επίτευξης καλής χημικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων όσον αφορά τις ουσίες και τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα που περιλαμβάνονται σε αυτόν κατά την εν λόγω ημερομηνία, η αρμόδια αρχή εφαρμόζει τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα που προβλέπονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΧΑ όσον αφορά:
– (i) Τις ουσίες με αριθμό 2, 5, 15, 20, 22, 23, 28 του Μέρους Α του Παραρτήματος ΧΑ, για τις οποίες έχουν οριστεί αναθεωρημένα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα, από τις 22 Δεκεμβρίου 2015, με στόχο να επιτευχθεί έως τις 22 Δεκεμβρίου 2021 καλή χημική κατάσταση των επιφανειακών υδάτων ως προς αυτές τις ουσίες, μέσω προγραμμάτων μέτρων στο πλαίσιο του σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού του 2015, που καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6) του άρθρου 22· και
– (ii) τις ουσίες με αριθμό 34 έως 45 του Μέρους Α του Παραρτήματος ΧΑ, που έχουν χαρακτηριστεί με την Οδηγία 2013/39/ΕΕ, από τις 22 Δεκεμβρίου 2018 με στόχο την επίτευξη καλής χημικής κατάστασης στα επιφανειακά ύδατα όσον αφορά τις ουσίες αυτές έως τις 22 Δεκεμβρίου 2027 και την πρόληψη της επιδείνωσης της χημικής κατάστασης των επιφανειακών υδάτων ως προς τις ουσίες αυτές.
(β) Στην περίπτωση ουσιών για τις οποίες δεν έχουν εγκριθεί τεχνικές κατευθυντήριες γραμμές με βάση το Άρθρο 3, παράγραφος 8α της Οδηγίας 2008/105/ΕΚ έως τις 22 Δεκεμβρίου 2014, οι προθεσμίες της 22ας Δεκεμβρίου 2015 και της 22ας Δεκεμβρίου 2021 που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) παρατείνονται έως τις 22 Δεκεμβρίου 2018 και 22 Δεκεμβρίου 2027, αντίστοιχα.
(γ)  Οι διατάξεις των άρθρων 13 έως 17 εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν όσον αφορά τις ουσίες που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (α).
(δ)  Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (α), η αρμόδια αρχή καταρτίζει και υποβάλλει στην Επιτροπή, έως τις 22 Δεκεμβρίου 2018, πρόσθετο πρόγραμμα παρακολούθησης και προκαταρκτικό πρόγραμμα μέτρων για την κάλυψη αυτών των ουσιών. το αργότερο μέχρι τις 22 Δεκεμβρίου 2021, θεσπίζεται τελικό πρόγραμμα μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 19 έως 21 το οποίο εφαρμόζεται και τίθεται πλήρως σε εφαρμογή το ταχύτερο δυνατό μετά την ημερομηνία αυτή και όχι αργότερα από τις 22 Δεκεμβρίου 2024.

(3)(α)  Για τις ουσίες με αριθμό 5, 15, 16, 17, 21, 28, 34, 35, 37, 43 και 44 του Μέρους Α του Παραρτήματος ΧΑ, η αρμόδια αρχή εφαρμόζει τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα για τους ζώντες οργανισμούς που καθορίζονται στο Μέρος Α αυτού.
(β) Για ουσίες διαφορετικές από εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο (α), η αρμόδια αρχή  εφαρμόζει τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα για τα ύδατα που καθορίζονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΧΑ.

(4)(α) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (γ), η αρμόδια αρχή δύναται να επιλέξει, σχετικά με μία ή περισσότερες κατηγορίες επιφανειακών υδάτων, να εφαρμόσει ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα για υλικό φορέα διαφορετικό από εκείνον που καθορίζεται στο εδάφιο (3) ή, κατά περίπτωση, ταξινομική ομάδα ζώντων οργανισμών άλλη από αυτές που καθορίζονται στο Μέρος A του Παραρτήματος ΧΑ.
(β) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή επιλέγει να εφαρμόσει τις διατάξεις της παραγράφου (α), εφαρμόζει το σχετικό ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο που καθορίζεται στο Μέρος A του Παραρτήματος ΧΑ ή σε περίπτωση που δεν έχει προβλεφθεί ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο για το συγκεκριμένο υλικό φορέα ή την ταξινομική ομάδα ζώντων οργανισμών, θεσπίζει ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο το οποίο παρέχει τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο προστασίας με το ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο που καθορίζεται στο Μέρος A του Παραρτήματος ΧΑ.
(γ) Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιλέξει να εφαρμόσει τις διατάξεις της παραγράφου (α), μόνο εφόσον η μέθοδος ανάλυσης που χρησιμοποιείται για τον επιλεγμένο υλικό φορέα ή την ταξινομική ομάδα ζώντων οργανισμών πληροί τα ελάχιστα κριτήρια επιδόσεων που καθορίζονται στον Κανονισμό 5 των περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων (Τεχνικές Προδιαγραφές για τη Χημική Ανάλυση και Παρακολούθηση της Κατάστασης των Υδάτων) Κανονισμών του 2011.
(δ) Στις περιπτώσεις που τα κριτήρια αυτά δεν πληρούνται για κανέναν υλικό φορέα, η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι η παρακολούθηση διενεργείται βάσει των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών που δεν συνεπάγονται υπερβολικό κόστος και ότι η μέθοδος ανάλυσης αποδίδει τουλάχιστον εξίσου καλά με τη μέθοδο που διατίθεται για τον υλικό φορέα που καθορίζεται στο εδάφιο (3) για τη σχετική ουσία.

(5) Όταν εντοπίζεται ενδεχόμενος κίνδυνος λόγω υπερβολικής έκθεσης είτε για το ίδιο το υδάτινο περιβάλλον είτε μέσω αυτού ως αποτέλεσμα μέτρησης ή εκτίμησης των περιβαλλοντικών συγκεντρώσεων ή εκπομπών και όταν εφαρμόζεται ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο ως προς ίζημα ή ζώντα οργανισμό, η αρμόδια αρχή  διασφαλίζει ότι διεξάγεται επίσης η παρακολούθηση των επιφανειακών υδάτων και εφαρμόζει τη μέγιστη επιτρεπόμενη συγκέντρωση του ποιοτικού περιβαλλοντικού προτύπου που ορίζεται στο Μέρος A του Παραρτήματος ΧΑ, εφόσον τέτοιο ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο έχει προσδιοριστεί.

(6) Σε περίπτωση που σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 6 των περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων (Τεχνικές Προδιαγραφές για τη Χημική Ανάλυση και Παρακολούθηση της Κατάστασης των Υδάτων) Κανονισμών του 2011, η υπολογισθείσα μέση τιμή των αποτελεσμάτων μετρήσεων που πραγματοποιούνται χρησιμοποιώντας τη βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική που δεν συνεπάγεται υπερβολικό κόστος είναι κάτω από το όριο ποσοτικού προσδιορισμού και το όριο ποσοτικού προσδιορισμού, όπως αυτό καθορίζεται στους περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων (Τεχνικές Προδιαγραφές για τη Χημική Ανάλυση και Παρακολούθηση της Κατάστασης των Υδάτων) Κανονισμούς του 2011, ακόμη και της εν λόγω τεχνικής υπερβαίνει τα ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα, το αποτέλεσμα για την ουσία που καταμετράται δεν λαμβάνεται υπόψη για την αξιολόγηση της γενικής χημικής κατάστασης του συγκεκριμένου υδατικού συστήματος.

(7) Ουσίες που περιλαμβάνονται στο Μέρος Α του Παραρτήματος ΧΑ, για τις οποίες εφαρμόζεται ποιοτικό περιβαλλοντικό πρότυπο ως προς ίζημα ή/και ζώντα οργανισμό, η αρμόδια αρχή παρακολουθεί την εκάστοτε ουσία στο σχετικό υλικό φορέα τουλάχιστον μία φορά ετησίως, εκτός εάν οι τεχνικές γνώσεις και οι γνώμες των εμπειρογνωμόνων δικαιολογούν άλλη περιοδικότητα.

(8)(α) Η αρμόδια αρχή, στη βάση της παρακολούθησης της κατάστασης των υδάτων η οποία διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του το άρθρου 24, προβαίνει στην ανάλυση των μακροπρόθεσμων τάσεων των συγκεντρώσεων των ουσιών προτεραιότητας που περιλαμβάνονται στο Μέρος A του Παραρτήματος ΧΑ, οι οποίες τείνουν να συγκεντρώνονται σε ιζήματα ή/και ζώντες οργανισμούς, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις ουσίες με αριθμό 2, 5, 6, 7, 12, 15, 16, 17, 18, 20, 21, 26, 28, 30, 34, 35, 36, 37, 43 και 44 που παρατίθενται στο Μέρος A του εν λόγω Παραρτήματος. τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 9, η αρμόδια αρχή λαμβάνει μέτρα που διασφαλίζουν ότι οι συγκεντρώσεις αυτές δεν αυξάνονται σημαντικά σε ιζήματα ή/και σχετικούς ζώντες οργανισμούς.
(β) Η αρμόδια αρχή καθορίζει τη συχνότητα παρακολούθησης σε ιζήματα ή/και ζώντες οργανισμούς, ώστε να παρέχονται επαρκή δεδομένα για αξιόπιστη ανάλυση των μακροπρόθεσμων τάσεων. σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές, η παρακολούθηση πρέπει να γίνεται ανά τριετία, εκτός εάν οι τεχνικές γνώσεις και η γνώμη των εμπειρογνωμόνων δικαιολογούν άλλη περιοδικότητα.

Άρθρο 26Β: Λήψη συμπληρωματικών μέτρων

(1)  Σε περίπτωση που από  τα αποτελέσματα της έκθεσης της Επιτροπής που αναφέρεται στο Άρθρο 7α, παράγραφος 2 της Οδηγίας 2008/105/ΕΚ, προκύπτει ότι είναι απαραίτητη η λήψη συμπληρωματικών μέτρων προκειμένου να διευκολύνεται η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου αναφορικά με συγκεκριμένη ουσία που έχει εγκριθεί δυνάμει των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Άρθρου 44 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 ή οι διατάξεις του Άρθρου 48 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, αντίστοιχα, αναφορικά με την εν λόγω ουσία ή τα προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω ουσία.

(2) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, λαμβάνονται υπόψη οι τυχόν αξιολογήσεις κινδύνου και οι κοινωνικοοικονομικές αναλύσεις ή οι αναλύσεις κόστους-οφέλους που απαιτούνται δυνάμει των διατάξεων των εν λόγω κανονισμών, περιλαμβανομένης της διαθεσιμότητας εναλλακτικών λύσεων.

Άρθρο 26Γ: Ειδικές διατάξεις για ουσίες που συμπεριφέρονται ως πανταχού παρούσες

(1) Η αρμόδια αρχή, για τις ουσίες με αριθμό 5, 21, 28, 30, 35, 37, 43 και 44 του Μέρους Α του Παραρτήματος ΧΑ, μπορεί να διενεργεί λιγότερο εντατική παρακολούθηση από αυτή που απαιτείται για τις ουσίες προτεραιότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 26Α και του Παραρτήματος V, υπό τον όρο ότι η παρακολούθηση είναι αντιπροσωπευτική και ότι υπάρχει αξιόπιστη στατιστική βάση αναφοράς σχετικά με την παρουσία των ουσιών αυτών στο υδάτινο περιβάλλον.

(2) Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (8) του άρθρου 26Α, η παρακολούθηση των προβλεπόμενων στο εδάφιο (1) ουσιών γίνεται ανά τριετία, εκτός εάν οι τεχνικές γνώσεις και η γνώμη των εμπειρογνωμόνων δικαιολογούν άλλη περιοδικότητα.

Άρθρο 26Δ: Κατάλογος επιτήρησης

(1)(α) Η αρμόδια αρχή παρακολουθεί κάθε ουσία που περιλαμβάνεται στον κατάλογο επιτήρησης, τον οποίο καταρτίζει η Επιτροπή δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 8β, της Οδηγίας 2008/105/ΕΚ, σε επιλεγμένους αντιπροσωπευτικούς σταθμούς παρακολούθησης, όπως αυτοί προβλέπονται στο εδάφιο (2), για περίοδο τουλάχιστον δώδεκα (12) μηνών.
(β) Η περίοδος παρακολούθησης του καταλόγου επιτήρησης που προβλέπεται από τις διατάξεις του Άρθρου 8β, παράγραφος 1, εδάφιο 2 της Οδηγίας 2013/39/ΕΕ αρχίζει στις 14 Σεπτεμβρίου 2015 ή εντός έξι (6)  μηνών από την εκπόνηση του καταλόγου, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.
(γ) Η αρμόδια αρχή αρχίζει την παρακολούθηση κάθε ουσίας που περιλαμβάνεται στους επικαιροποιημένους καταλόγους που προβλέπονται από τις διατάξεις του Άρθρου 8β, παράγραφος 2 της Οδηγίας 2013/39/ΕΕ, εντός έξι (6) μηνών από την εγγραφή της στους καταλόγους.

(2) Η αρμόδια αρχή επιλέγει τουλάχιστον ένα σταθμό παρακολούθησης και επιπλέον:
(α) Ένα σταθμό παρακολούθησης, εφόσον ο πληθυσμός του κράτους μέλους υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο (1000000) κατοίκους,
(β) αριθμό σταθμών παρακολούθησης που ισούται με το πηλίκο της γεωγραφικής έκτασης του κράτους μέλους σε τετραγωνικά χιλιόμετρα προς τον αριθμό 60000, με στρογγυλοποίηση στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό, και
(γ) αριθμό σταθμών παρακολούθησης που ισούται με το πηλίκο του πληθυσμού του κράτους μέλους προς τον αριθμό 5000000, με στρογγυλοποίηση στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό.

(3) Η αρμόδια αρχή, κατά την επιλογή των αντιπροσωπευτικών σταθμών παρακολούθησης, της συχνότητας και του χρονικού σημείου παρακολούθησης κάθε ουσίας, λαμβάνει υπόψη τα πρότυπα χρήσης και την πιθανότητα εμφάνισης της ουσίας. η παρακολούθηση διενεργείται τουλάχιστον μία φορά ετησίως.

(4) Όταν η αρμόδια αρχή παρέχει επαρκή, συγκρίσιμα, αντιπροσωπευτικά και πρόσφατα στοιχεία παρακολούθησης για μια συγκεκριμένη ουσία από υφιστάμενα προγράμματα ή μελέτες παρακολούθησης, μπορεί να αποφασίσει να μην προβαίνει σε πρόσθετη παρακολούθηση για την εν λόγω ουσία στο πλαίσιο του μηχανισμού του καταλόγου επιτήρησης, υπό την προϋπόθεση ότι η παρακολούθηση της ουσίας έχει διεξαχθεί με μέθοδο που πληροί τις απαιτήσεις των τεχνικών κατευθυντήριων γραμμών που έχει αναπτύξει η Επιτροπή δυνάμει του Άρθρου 8β, παράγραφος 5 της Οδηγίας 2008/105/ΕΚ.

(5)(α) Η αρμόδια αρχή  υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης που διενεργεί δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1) έως (4).
(β) Τα αποτελέσματα της παρακολούθησης για τον κατάλογο επιτήρησης που προβλέπεται από τις διατάξεις του Άρθρου 8β, παράγραφος 1, εδάφιο 2 της Οδηγίας 2013/39/ΕΕ υποβάλλονται με έκθεση εντός δεκαπέντε (15) μηνών από τις 14 Σεπτεμβρίου 2015 ή εντός είκοσι ενός (21) μηνών από την εκπόνηση του καταλόγου επιτήρησης, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη, και εν συνεχεία ανά δώδεκα (12) μήνες, για την περίοδο κατά την οποία η ουσία διατηρείται στον κατάλογο.
(γ) Η αρμόδια αρχή, για κάθε ουσία που περιλαμβάνεται στους επακόλουθους καταλόγους υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης εντός είκοσι ενός (21) μηνών από την εγγραφή της ουσίας στον κατάλογο επιτήρησης και στη συνέχεια ανά δώδεκα (12) μήνες, για την περίοδο κατά την οποία η ουσία παραμένει στον κατάλογο.
(δ) Η έκθεση περιλαμβάνει στοιχεία για την αντιπροσωπευτικότητα των σταθμών παρακολούθησης και τη στρατηγική παρακολούθησης.

ΜΕΡΟΣ V – ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27: Ανάκτηση κόστους υπηρεσιών ύδατος

(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, η αρμόδια αρχή καθορίζει την πολιτική τιμολόγησης των υπηρεσιών ύδατος στη Δημοκρατία και για το σκοπό αυτό λαμβάνει υπόψη την αρχή της ανάκτησης του κόστους των υπηρεσιών ύδατος, συμπεριλαμβανομένου του κόστους για το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους καθώς επίσης την οικονομική ανάλυση που διενεργείται σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ και ειδικότερα σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».

(2) Για σκοπούς εφαρμογής του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε μέχρι το 2010 –
(α) Οι πολιτικές τιμολόγησης του ύδατος να παρέχουν κατάλληλα κίνητρα στους χρήστες του ύδατος για να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τους υδάτινους πόρους και να συμβάλλουν με τον τρόπο αυτό στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων του παρόντος Νόμου·
(β) να διασφαλιστεί ότι στην ανάκτηση του κόστους των υπηρεσιών ύδατος, η οποία θα βασίζεται στην οικονομική ανάλυση που θα διενεργείται σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ και λαμβανομένης υπόψη της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», θα συμβάλλουν κατάλληλα οι διάφορες χρήσεις του ύδατος, οι οποίες θα πρέπει να διαχωριστούν τουλάχιστο σε χρήσεις στη βιομηχανία, στα νοικοκυριά και στη γεωργία.

(3) Κατά την εφαρμογή των ανωτέρω, η αρμόδια αρχή μπορεί να συνεκτιμά τις κοινωνικές, τις περιβαλλοντικές και τις οικονομικές επιπτώσεις της ανάκτησης καθώς και τις γεωγραφικές και κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής ή των περιοχών που επηρεάζονται.

(4) Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει την μη εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) και κατά συνέπεια την μη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του εδαφίου (6)(α), εάν κρίνει ότι υφίστανται ιδιάζουσες συνθήκες που δικαιολογούν τούτο για συγκεκριμένη δραστηριότητα χρήσης ύδατος και νοουμένου ότι η απόφαση δεν επηρεάζει τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και την επίτευξη των στόχων του.

(5) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν παρεμποδίζουν τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων προληπτικών ή διορθωτικών μέτρων που αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων του παρόντος Νόμου.

(6) Στο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που καταρτίζεται με βάση το άρθρο 22, αναφέρονται –
(α) Οι προγραμματιζόμενες ενέργειες για την εφαρμογή των εδαφίων (1), (2) και (3) · και
(β) σε περίπτωση που λαμβάνεται απόφαση με βάση το εδάφιο (4), οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η απόφαση.

Άρθρο 28: Ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

(1) Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει στην Επιτροπή και σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εντός τριών μηνών από τη δημοσίευσή του, αντίγραφο του σχεδίου διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού και όλων των επακόλουθων ενημερωμένων μορφών του.

(2) Εντός τριών ετών από τη δημοσίευσή του σχεδίου, ή την ενημέρωσή του, η αρμόδια αρχή διαβιβάζει προς την Επιτροπή ενδιάμεση έκθεση στην οποία περιγράφεται η πρόοδος που έχει σημειωθεί ως προς την εφαρμογή του προβλεπόμενου προγράμματος μέτρων.

(3) Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει προς την Επιτροπή, εντός τριών μηνών από την ολοκλήρωσή τους, συνοπτικές εκθέσεις σχετικά με –
(α) τις αναλύσεις που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 6· και
(β) τα προγράμματα παρακολούθησης που καταρτίζονται δυνάμει του άρθρου 24,
και τα οποία αφορούν το πρώτο σχέδιο διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμού που αναφέρεται στο άρθρο 22.

Άρθρο 29: Καθοδηγητικά κείμενα

Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή μπορεί να συμβουλεύεται οποιαδήποτε καθοδηγητικά κείμενα που περιέχουν συστάσεις σχετικές με την εφαρμογή της Οδηγίας, τα οποία εκδίδονται με την έγκριση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και απευθύνονται προς τα κράτη μέλη.

Άρθρο 30: Παροχή πληροφοριών στην αρμόδια αρχή

(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί της Ελεύθερης Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που Σχετίζονται με Θέματα Περιβάλλοντος Νόμου του 2000, η αρμόδια αρχή μπορεί να αξιώνει από οποιοδήποτε δημόσιο υπάλληλο όπως παραχωρεί σ΄ αυτή οποιεσδήποτε πληροφορίες ή στοιχεία που αυτός κατέχει λόγω αρμοδιότητας και τα οποία θεωρούνται χρήσιμα ή αναγκαία για σκοπούς εφαρμογής οποιωνδήποτε διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Στο παρόν άρθρο, ο όρος «δημόσιος υπάλληλος» περιλαμβάνει και τους υπαλλήλους των Δήμων και των Κοινοτικών Συμβουλίων, καθώς και των οργανισμών, συμβουλίων, επιτροπών ή άλλων σωμάτων που ιδρύθηκαν και λειτουργούν με βάση οποιοδήποτε νόμο.

Άρθρο 30Α: Εκχώρηση εξουσιών

(1) Η αρμόδια αρχή, δύναται με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εκχωρήσει, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζει, οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή αρμοδιότητές της που είναι σχετικές με τον έλεγχο της εφαρμογής του παρόντος Νόμου ή των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού κανονισμών ή διαταγμάτων-
(α) σε οποιοδήποτε τμήμα ή υπηρεσία Υπουργείου της Δημοκρατίας, ή
(β) σε οποιοσδήποτε πρόσωπο που κατέχει τα κατάλληλα προσόντα, ή
(γ) σε οποιοδήποτε οργανισμό δημόσιας ωφέλειας που ιδρύθηκε με νόμο, για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος.

(2) Η αρμόδια αρχή δύναται, όποτε το κρίνει σκόπιμο υπό τις περιστάσεις, να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει απόφασή της για εκχώρηση οποιωνδήποτε εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της, η οποία λήφθηκε με βάση το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου.

(3) Σε περίπτωση κατά της οποία η αρμόδια αρχή εκχωρεί οποιεσδήποτε εξουσίες, σύμφωνα με την παράγραφο (1), η εν λόγω εκχώρηση δεν παρεμποδίζει την αρμόδια αρχή να ασκεί η ίδια οποτεδήποτε τις εκχωρηθείσες εξουσίες.

Άρθρο 31: Τροποποιήσεις Παραρτημάτων

Οι τροποποιήσεις που κρίνονται αναγκαίες για την προσαρμογή των Παρατημάτων του παρόντος Νόμου –
(α) Στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο· ή
(β) σε Οδηγίες ή άλλη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που δημοσιεύεται μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου· ή
(γ) σε υποχρεώσεις της Δημοκρατίας, οι οποίες προκύπτουν από διεθνείς συμβάσεις,
μπορούν να θεσπίζονται με διάταγμα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Άρθρο 32: Έκδοση Κανονισμών

(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδίδει κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και ειδικότερα για τη ρύθμιση οποιουδήποτε από τα ακόλουθα θέματα, δηλαδή –
(α) Την επιβολή υποχρεώσεων ή την ανάθεση εξουσιών σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή ή σε οποιοδήποτε νομικό ή φυσικό πρόσωπο αναφορικά με την εφαρμογή συγκεκριμένων διατάξεων του παρόντος Νόμου και ειδικώτερα διατάξεων των άρθρων 19, 20, 21, 23(4) και 24·
(β) την εφαρμογή τεχνικών προδιαγραφών και τυποποιημένων μεθόδων για την ανάλυση και την παρακολούθηση της κατάστασης των υδάτων, όπως θεσπίζονται από την Επιτροπή με βάση τη διαδικασία του άρθρου 21 της Οδηγίας·
(γ) τον καθορισμό των λεπτομερειών σε σχέση με τον προσδιορισμό και την εφαρμογή οποιωνδήποτε μέτρων που η αρμόδια αρχή πρέπει να εφαρμόσει σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου·
(δ) τον καθορισμό πρόσθετων κριτηρίων με βάση τα οποία καθορίζεται η πολιτική τιμολόγησης των υπηρεσιών ύδατος σύμφωνα με το άρθρο 27·
(ε) τον καθορισμό λεπτομερειών αναφορικά με τις δημοσιεύσεις ή την πληροφόρηση των ενδιαφερομένων και του κοινού σε θέματα για τα οποία πρέπει να παρέχεται πληροφόρηση σύμφωνα με το Νόμο και τις ενέργειες για την ενθάρρυνση της συμμετοχής τους στην εφαρμογή του παρόντος Νόμου·
(στ) τον καθορισμό των λεπτομερειών αναφορικά με το σχεδιασμό των ζωνών προστασίας που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 23(4).

(2) Οι κανονισμοί που εκδίδονται με βάση το εδάφιο (1), μπορούν να προβλέπουν για διάπραξη αδικημάτων σε περιπτώσεις παράβασης των διατάξεων τους, και, ανάλογα με τη σοβαρότητα του αδικήματος, την επιβολή ποινής φυλάκισης μέχρι τρία χρόνια, ή την επιβολή χρηματικής ποινής μέχρι είκοσι χιλιάδες λίρες, ή την επιβολή και των δύο αυτών ποινών.

(3) Οι κανονισμοί που εκδίδονται με βάση το εδάφιο (1) μπορούν να εξουσιοδοτούν την αρμόδια αρχή να εκδίδει διατάγματα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με τα οποία να τροποποιούνται τα Παραρτήματα των εν λόγω κανονισμών, για σκοπούς προσαρμογής στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο.

Άρθρο 33: Επηρεασμός άλλων νόμων

Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά, οι διατάξεις του παρόντος Νόμου υπερισχύουν των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου στην έκταση που αφορούν ή ρυθμίζουν θέματα διαχείρισης ή προστασίας των υδάτων.

Άρθρο 34: Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

Η ισχύς του παρόντος Νόμου θεωρείται ότι άρχισε την 22α Δεκεμβρίου 2003.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑTA

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

Σχετικοί Νόμοι

Ο περί της Ενιαίας Διαχείρισης Υδάτων Νόμος του 2010 (79(I)/2010)

Scroll to Top